Η ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΗ ΡΟΔΟ ΜΟΝΟ ΑΕΙΦΟΡΙΚΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΘΕΙ – ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΝΕΡΟΥ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΥΔΡΕΥΣΗΣ- ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
Ο Σύλλογός μας έχει σε πολλές περιπτώσεις τονίσει ότι η τουριστική ανάπτυξη του νησιού της Ρόδου πρέπει να αρχίσει να γίνεται πιο αειφορική και να βασίζεται σε πιο στέρεες βάσεις και υποδομές. Δυο από τις πιο βασικές υποδομές είναι το σύστημα διαχείρισης υδάτινων πόρων, το οποίο πρέπει να παρέχει επαρκή ποσότητα και καλή ποιότητα νερού τόσο σήμερα όσο και για τις επόμενες γενιές, καθώς και οι υποδομές αποχέτευσης. Στο νησί μας αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι είμαστε σε ικανοποιητικό επίπεδο ούτε στο ένα ούτε στο άλλο σημείο. Στο σημερινό δελτίο τύπου θα αναφερθούμε στα προβλήματα με το νερό και σε επόμενο δελτίο θα αναφερθούμε στα θέματα αποχέτευσης.
Τα προβλήματα της ύδρευσης έχουν αποτυπωθεί με έντονα χρώματα τα τελευταία χρόνια τόσο από ειδικούς (όπως πχ με το άρθρο του Ν. Ευαγόρα στον τοπικό τύπο στις 10/10/2017) αλλά και από μη ειδικούς καταλαμβάνοντας τακτική θέση στην καθημερινή ειδησεογραφία. Χαρακτηριστικές είναι οι ανακοινώσεις και δηλώσεις των εκπροσώπων των τοπικών κοινωνιών στους οποίους απευθύνονται πρώτα οι πολίτες όταν υπάρχει πρόβλημα με την υδροδότηση. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι τα προβλήματα αυτά είχαν προβλεφθεί από πολύ νωρίς και μάλιστα με αρκετά επίσημο τρόπο. Το πρόγραμμα ECOMOST της Διεθνούς Ομοσπονδίας των Tour Operators που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το TURESPANA (Ινστιτούτο Τουρισμού της Ισπανίας) και το ΕΒΕΔ Δωδεκανήσου, συγκρίνοντας και μεταφέροντας την εμπειρία της Μαγιόρκα στη Ρόδο, είχε επισημάνει από το 1993 την ανάγκη για μια αειφορική πορεία του τουρισμού. Αυτά όταν η λέξη «αειφορία» ήταν σχεδόν άγνωστη στα μέρη μας.
Σήμερα η κατάσταση επιτείνεται καθώς χιλιάδες κλίνες προστίθενται κάθε χρόνο χωρίς κανένα προγραμματισμό ή σχεδιασμό, χωρικής ή άλλης φύσης, και φυσικά χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη μας τις περιορισμένες δυνατότητες που έχουν οι υποδομές μας. Οδηγούμαστε έτσι σε ένα μοντέλο μη αειφορικό το οποίο όλοι καταδικάζουν, επίσημη πολιτεία και τοπική αυτοδιοίκηση (βλ. πχ ανακοίνωση του Δημάρχου Ρόδου στον τοπικό τύπο στις 10/06/2018), αλλά καμία πρωτοβουλία δεν αναλαμβάνεται για να γίνει η αειφορία πράξη στον τρόπο ανάπτυξης του νησιού.
Δυστυχώς το μοντέλο της υπερμεγέθυνσης που έχει επιλέγει και που τοποθετεί την ποσότητα πάνω από την ποιότητα έχει κυριαρχήσει τόσο στην τοπική πολιτική και επιχειρηματική ηγεσία όσο και στην κεντρική διοίκηση και διακυβέρνηση. Όμως είναι καιρός αυτό να σταματήσει. Με αποφασιστικότητα πρέπει να διεκδικήσουμε να σταματήσει η κατασκευή νέων κλινών αφού ήδη υπάρχουν παραπάνω από όσες χρειαζόμαστε και αντέχουμε και να δοθεί έμφαση στην αναβάθμιση των υποδομών, δημόσιων, δημοτικών και ιδιωτικών που θα προσελκύσουν υψηλότερης οικονομικής στάθμης επισκέπτες. Η Περιφέρεια Ν. Αιγαίου, ο Δήμος Ρόδου, τα Επιμελητήρια και η Ένωση Ξενοδόχων πρέπει να έχουν κεντρικό ρόλο και λόγο σε αυτή την αλλαγή κατεύθυνσης.
Η τακτική ενθάρρυνσης κατασκευής νέων τουριστικών μονάδων και κλινών σε ένα νησί που κατά γενική ομολογία έχει ξεπεράσει τη φέρουσα ικανότητά του με ελλιπή χωροταξικό σχεδιασμό και όπως φαίνεται με ανεπαρκείς πλέον πόρους και υποδομές αποτελεί μια κοντόφθαλμη πολιτική που μόνο δεινά μπορεί να συσσωρεύσει στην οικονομία μας και στις επόμενες γενιές. Το νησί μας έχει χαρακτηρισθεί σε πολλές περιπτώσεις ως παράδειγμα τουριστικής ανάπτυξης προς αποφυγή (βλ. πχ το άρθρο του Ναπ. Μαραβέγια στην εφημερίδα «η δημοκρατική» στις 7/9/2017 – αναδημοσίευση από insider.gr).
Όσον αφορά την ύδρευση αυτή καθεαυτή, γνωρίζουμε καλά ότι οι γεωτρήσεις που επί σειρά ετών ήταν το μοναδικό μέσο για την υδροδότηση του νησιού έχουν πολλαπλά προβλήματα. Η χρόνια υπεράντληση και άλλες αιτίες, όπως πχ μεγάλη χρήση λιπασμάτων κλπ, έχει οδηγήσει σε πτώση της ποιότητας του νερού λόγω υφαλμύρωσης ή υψηλής συγκέντρωσης νιτρικών και νιτρωδών αλάτων και φυσικά σε μικρότερες διαθέσιμες ποσότητες (βλ σχετικά ρεπορτάζ της εφημερίδας Η ΡΟΔΙΑΚΗ στις 16/9/2017). Τόσο οι μειωμένες ποσότητες όσο και η χαμηλή ποιότητα είναι όμως λόγοι δυσφήμισης του τουριστικού προϊόντος και μείωσης της προστιθέμενης αξίας του και φυσικά λόγος ανησυχίας των πολιτών, ειδικά όταν δεν υπάρχει δημοσίευση των αναλύσεων και των αποτελεσμάτων τους ώστε οι πολίτες να έχουν πρόσβαση στην πληροφόρηση για την ποιότητα του νερού που καταναλώνουν.
Η Δημοτική Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Ρόδου (ΔΕΥΑΡ) δυστυχώς προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα με τους ίδιους τρόπους που το δημιουργούν. Δηλαδή με ανόρυξη νέων γεωτρήσεων και δίνοντας βεβαιώσεις για επάρκεια νερού σε νέες ξενοδοχειακές μονάδες χωρίς φυσικά αυτή η επάρκεια να υπάρχει ούτε κατά διάνοια, ειδικά στις περιοχές όπου αναπτύσσονται τελευταία νέες κλίνες, δηλαδή στη Νότια Ρόδο. Αντί λοιπόν να επενδύσει στη δημιουργία υποδομών για την μέγιστη απορρόφηση του νερού του φράγματος Γαδουρά, την εξοικονόμηση υδάτινων πόρων και την αναστολή για πολλά χρόνια παροχής βεβαιώσεων επάρκειας νερού ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία στους υδροφόρους ορίζοντες, επενδύει κάνοντας νέες γεωτρήσεις σε ολόκληρο το νησί (βλ. δηλώσεις του κ. Μανωλάκη στον τοπικό τύπο στις 27/4/2018).
Πολλές τουριστικές μονάδες από την άλλη έχουν αρχίσει να λειτουργούν μονάδες αφαλάτωσης χωρίς να υπάρχουν τις περισσότερες φορές οι σχετικές αδειοδοτήσεις και Μελέτες Περιβαλλοντικών Όρων. Η αφαλάτωση όμως δεν είναι η λύση για ένα μεγάλο νησί όπως η Ρόδος. Έχει υψηλό ενεργειακό κόστος και το υποπροϊόντα της μπορεί να είναι επιζήμια για το φυσικό περιβάλλον, τις ακτές και τη θάλασσα.
Ένα άλλο θέμα είναι η οικονομική βιωσιμότητα της μοναδικής επιχείρησης ύδρευσης στο νησί, της ΔΕΥΑΡ. Ένα θέμα που υποεκτιμάται αλλά είναι μια ωρολογιακή βόμβα στα πόδια μας. Η επιχείρηση με ανείσπρακτες ληξιπρόθεσμες οφειλές πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ δεν είναι φυσικά σε θέση να επενδύσει σε μακροπρόθεσμες υποδομές, αφού προφανώς το τέλος έργων (80%) δεν επενδύεται ολόκληρο σε έργα. Και φυσικά οι οφειλές δεν είναι από τους μικροκαταναλωτές μόνο αλλά από πολλούς επιχειρηματίες αλλά και ξενοδόχους οι οποίοι κατά τα άλλα υποστηρίζουν την υγιή επιχειρηματικότητα.
Μια άλλη παράμετρος που δεν πρέπει να μας διαφεύγει και που κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα είναι η φανερή έλλειψη συνεργασίας μεταξύ πρώτου και δεύτερου βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αν ο χρόνος και η ενέργεια που έχουν χαθεί στις εκατέρωθεν ανακοινώσεις, είχαν ξοδευτεί για να κάτσουν καλοπροαίρετα οι δύο πλευρές στο τραπέζι και να συζητήσουν τρόπους αντιμετώπισης του κρίσιμου αυτού θέματος, θα ήμασταν σίγουρα σε καλύτερη κατάσταση σήμερα. Η λύση των τοπικών προβλημάτων αποτελεί αποστολή της Αυτοδιοίκησης ακόμα και όταν υπάρχουν διαφωνίες στο τρόπο επίλυσης. Σε τόσο κρίσιμα ζητήματα δεν χωράνε προσωπικές στρατηγικές. Ο Σύλλογός μας πιστεύει ότι ειδικά για τη διαχείριση του Φράγματος θα πρέπει να δημιουργηθεί οπωσδήποτε Φορέας Διαχείρισης με συμμετοχή τόσο της Περιφέρειας Ν. Αιγαίου όσο και του Δήμου Ρόδου. Ένας τέτοιος φορέας θα είναι σε θέση να διαχειριστεί το Φράγμα σήμερα αλλά και να υλοποιήσει τη δεύτερη φάση των έργων όσο το δυνατόν πιο σύντομα.
Πολλά πρέπει να γίνουν και μάλιστα γρήγορα ώστε να αποφύγουμε τα χειρότερα στον τομέα της ύδρευσης. Πρέπει να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας. Πολιτική ηγεσία, επιχειρηματίες, καταναλωτές και υπηρεσίες πρέπει να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων.
Το ΔΣ του Συλλόγου